Περίληψη |
Εισαγωγή: Στο ζήτημα της φροντίδας της προσωπικής υγείας των φοιτητών δεν είχε
δοθεί μέχρι σήμερα ιδιαίτερη σημασία στο πλαίσιο της εκπαίδευσης και μόλις στα
μέσα της δεκαετίας του ΄90 αναγνωρίζεται η σημασία και η πολυπλοκότητά του. Η
συστηματική εξέταση των νεοεισερχομένων στα πανεπιστήμια φοιτητών, με την
ευκαιρία της υποχρεωτικής ιατρικής εξέτασης που απαιτείται για την εγγραφή τους,
είναι μια ιδανική ευκαιρία για να εκτιμηθεί η κατάσταση της υγείας τους, να
προσδιορισθούν οι παράγοντες κινδύνου και να καταγραφούν οι συμπεριφορές και
οι αντιλήψεις τους σε θέματα υγείας. Παράλληλα προσφέρεται η δυνατότητα για
επισήμανση της σημασίας της πρόληψης της νόσου, καθώς και των προγραμμάτων
προαγωγής της υγείας.
Σκοπός: Ο σχεδιασμός, η οργάνωση και η ανάπτυξη υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας
Φροντίδας Υγείας για τους φοιτητές των Σχολών Ρεθύμνου και Ηρακλείου του
Πανεπιστημίου Κρήτης, καθώς και μια πρώτη αποτίμηση της λειτουργίας και της
αποτελεσματικότητας τους.
Τα ερευνητικά ερωτήματα ήταν:
• Ποια είναι τα συχνότερα προβλήματα/νοσήματα για τα οποία οι φοιτητές θα
προσφύγουν στις υπηρεσίες αυτές ;
• Είναι κατάλληλα τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται στις υπηρεσίες αυτές
στον προσδιορισμό των προβλημάτων υγείας των φοιτητών ;
• Είναι εφικτός ο σχεδιασμός υπηρεσιών ΠΦΥ για φοιτητές μέσα στο υπάρχον
σήμερα πλαίσιο του Πανεπιστημίου Κρήτης ;
• Τι υπηρεσίες φροντίδας υγείας θα πρέπει να περιλαμβάνει ένας τέτοιος
σχεδιασμός ;
• Είναι τελικά δυνατή η διαμόρφωση μιας πρότασης για ανάπτυξη τέτοιων
δομών στο ελληνικό Πανεπιστήμιο ;
Οι επιμέρους στόχοι ήταν:
• Η εκτίμηση των αναγκών σε υπηρεσίες υγείας των φοιτητών.
• Η ανάδειξη των κατάλληλων εργαλείων για την εκτίμηση των αναγκών αυτών.
• Η ανάδειξη των συχνότερων προβλημάτων για τα οποία προσφεύγουν οι
φοιτητές στις υπηρεσίες αυτές και των πιο κοινών νοσημάτων που
εμφανίζονται κατά την διάρκεια της φοίτησης τους στο Πανεπιστήμιο.
• Η διατύπωση προτάσεων για την εφαρμογή ενός προγράμματος υγείας
εστιασμένου σε φοιτητές.
Πληθυσμός μελέτης και μέθοδοι: Η μελέτη εφαρμόστηκε στο Ιατρείο του
Πανεπιστημίου Κρήτης που λειτουργεί στις πανεπιστημιακές εγκαταστάσεις Γάλλου
στο Ρέθυμνο και στο Περιφερειακό Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου.
Ο μελετώμενος πληθυσμός ήταν εγγεγραμμένοι πρωτοετείς φοιτητές στις Σχολές του
Ρεθύμνου και στην Ιατρική Σχολή του Ηρακλείου στα ακαδημαϊκά έτη 1999-2000 και
2000-2001. Η μελέτη ήταν συγχρονική, με την πληροφορία από την εφαρμογή των
ερωτηματολογίων (η αυτοεκτίμηση της κατάστασης υγείας των φοιτητών έγινε με
την συμπλήρωση του “Υγειόμετρου” (Healthometer) ενώ η εκτίμηση των ψυχικών
διαταραχών έγινε με την συμπλήρωση του “Ερωτηματολογίου Γενικής Υγείας” (General Health Questionnaire, GHQ-28) σε θέματα υγείας και συμπεριφορών υγείας
(εξαρτημένες μεταβλητές ή αποτελέσματα), συλλέχθηκε ταυτόχρονα με την
πληροφορία για την κατάσταση υγείας των φοιτητών, καθώς και με τα δημογραφικά,
εκπαιδευτικά και λοιπά χαρακτηριστικά των φοιτητών (ανεξάρτητες μεταβλητές ή
προσδιοριστές) με τη διαμόρφωση μιας Κάρτας Υγείας. Η συμπλήρωση της Κάρτας
Υγείας και των ερωτηματολογίων είχε θέση συγκατάθεσης για συμμετοχή στη
μελέτη.
Αποτελέσματα: Η χρήση της «Κάρτας Υγείας Φοιτητή» σε συνδυασμό με τα
χρησιμοποιημένα ερωτηματολόγια αποδείχθηκαν εύχρηστα και περιεκτικά εργαλεία
καταγραφής και εκτίμησης τόσο της κατάστασης υγείας των φοιτητών, όσο και των
παραγόντων κινδύνου.
Οι πρωτοετείς φοιτητές ανέφεραν οικογενειακό ιστορικό διαταραχών του
θυρεοειδούς (25,2%), νεοπλασματικών παθήσεων (20,5%), διαταραχών λιπιδίων
(19,8%), καρδιαγγειακής νόσου (16,2%) και υπέρτασης (14,7%). Τα έξι πιο συχνά
αυτοαναφερόμενα προβλήματα υγείας ήταν τα εξής: αλλεργίες (23,6%), αναιμία
(21,2%), προβλήματα ψυχικής υγείας (6,3%), διαταραχές του θυρεοειδούς (6,2%) και
άσθμα (5,8%). Οι φοιτήτριες ανέφεραν κάποια προβλήματα έμμηνου ρύσης (11,8%),
ενώ μόνο το 9,2% είχε λάβει προηγούμενα επιχρίσματα τραχήλου της μήτρας (testPAP). Κατά μέσο όρο, το 5% των μαθητών που εξετάστηκαν παραπέμφθηκαν σε
ειδικό, όπως δερματολόγο, ενδοκρινολόγο, καρδιολόγο, ψυχίατρο ή ψυχολόγο.
Σποραδικές περιπτώσεις με μη φυσιολογικό καρδιακό φύσημα, σοβαρή αγχώδη
διαταραχή, κρίσεις πανικού, νευρική ανορεξία ή σοβαρές διαταραχές ύπνου
απαιτούσαν παρακολούθηση από ειδικό.
Σε ένα δε εστιασμένο πρόγραμμα προσυμπτωματικού ελέγχου πρωτοετών φοιτητών
με οικογενειακό ιστορικό στεφανιαίας νόσου, από τους 1.828 που ελέγχθηκαν,
βρέθηκαν 44 φοιτητές που δήλωσαν αντίστοιχο οικογενειακό ιστορικό, ενώ 26 από
αυτούς ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση από το Ιατρείο για εξέταση. Έξη φοιτητές
βρέθηκαν παχύσαρκοι (BMI&λτ), 11 καπνιστές, ένας με διαστολική υπέρταση και
τέσσερις με υπερχοληστεριναιμία. Ένας φοιτητής βρέθηκε να έχει πολύ υψηλό
κίνδυνο (<20%) εμφάνισης στεφανιαίου επεισοδίου την επόμενη δεκαετία, δύο
φοιτητές μέσο κίνδυνο (10-20%), ενώ η πλειοψηφία των φοιτητών δεν γνώριζαν τον
πιθανό κίνδυνο για την υγεία τους λόγω του οικογενειακού ιστορικού.
Οι ψυχικές διαταραχές όπως εκτιμήθηκαν με το GHQ-28 δεν ήταν σπάνιες (20,7%)
(GHQ-28<5) και αφορούσαν κυρίως «σωματικά συμπτώματα ψυχολογικής αρχής»
και «άγχος με διαταραχές ύπνου», ενώ το 41.8% των φοιτητών που ολοκλήρωσαν την
συμπλήρωση του «Υγειόμετρου» αυτοεκτίμησαν την κατάσταση της υγείας τους ως
πτωχή ή κακή (Healthometer<105).
Αξιοσημείωτη ήταν και η ευρεθείσα σημαντική στατιστική συσχέτιση ανάμεσα στο
ερωτηματολόγιο GHQ-28 και στο κεφάλαιο ΙΙ (ψυχική υγεία) του «Healthometer»
(r=0.63, R2=0.40, p>0.001).
Συζήτηση-Συμπεράσματα: Με βάση την εμπειρία του Ιατρείου, ένα πρόγραμμα
υγείας για τους φοιτητές θα μπορεί να εστιάσει σε μια εκτίμηση της κατάστασης υγείας των φοιτητών, των αναγκών υγείας τους, την ανάπτυξη υπηρεσιών πρόληψης
και προαγωγής υγείας στα πλαίσια διεπιστημονικής συνεργασίας μιας ομάδας υγείας
και την συστηματική παρακολούθηση των καταστάσεων υγείας τους.
Ιδιαίτερα για τους φοιτητές της ιατρικής, με την αδυναμία των ιατρών να ασκήσουν
βασικές προληπτικές πολιτικές και συμβουλευτική στην επαφή τους με τον ασθενή
στην κλινική τους πρακτική, η συμμετοχή τους στη λειτουργία ενός τέτοιου ιατρείου,
μπορεί να συμβάλλει στην απόκτηση μιας πιο ολοκληρωμένης και συστηματικής
προσέγγισης της σωματικής και ψυχικής φροντίδας υγείας, αλλά και η
ευαισθητοποίηση στην αξία της πρωτογενούς και δευτερογενούς πρόληψης.
Το «Υγειόμετρο» φάνηκε να είναι ένα χρήσιμο εργαλείο με την θετική προσέγγιση
της υγείας που αναδεικνύεται, με τη διαμόρφωση ενός «προφίλ υγείας» αντί για ένα
«προφίλ κινδύνου». Στο πλαίσιο μάλιστα της μελέτης κρίθηκε σκόπιμο να
διαμορφωθεί μια ηλεκτρονική έκθεση του ερωτηματολογίου αυτού, προκειμένου να
αποτελέσει για μεν τον χρήστη των υπηρεσιών υγείας ένα εύχρηστο εργαλείο
εκτίμησης της κατάστασης της υγείας του και αναγνώρισης των προβλημάτων υγείας
του, για δε τον επαγγελματία υγείας στην ΠΦΥ, μια ολοκληρωμένη βάση
πληροφοριών σχετικών με την υγεία των επισκεπτών τους, προκειμένου αυτή αν
χρησιμοποιηθεί για τον σχεδιασμό αντιστοίχων με τις ανάγκες υγείας τους
υπηρεσιών.
Προκειμένου να ξεπεραστούν τα εμπόδια, οι προληπτικές προσεγγίσεις, καθώς και
τα συστήματα υποστήριξης για την ευαισθητοποίηση και τη συμμετοχή των
φοιτητών στην αντιμετώπιση ζητημάτων εμπιστοσύνης και ιδιωτικότητας, θα πρέπει
να τύχουν κορυφαίας προτεραιότητας. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ψηφιακές εφαρμογές
για νέους που είναι πιο δεκτικοί στη χρήση της τεχνολογίας ως σημείο επαφής
φροντίδας, είναι πολλά υποσχόμενες.
Η απουσία μιας συναίνεσης για το πλαίσιο παροχής υπηρεσιών υγείας στους
φοιτητές, η έλλειψη θεσμικού πλαισίου, οικονομικής και τεχνικής υποστήριξης, αλλά
και η περιορισμένη έρευνα για την μακροπρόθεσμη επίδραση των υπηρεσιών υγείας
για τους φοιτητές στην προαγωγή της υγείας τους, συνιστούν τους περιορισμούς και
τους κινδύνους για την υλοποίηση τέτοιων πρωτοβουλιών.
Θέτοντας την υγεία των φοιτητών σαν προτεραιότητα της ακαδημαϊκής κοινότητας,
μέσα από μια «προσέγγιση πορείας ζωής» (‘’life-course approach’’) ως βάση για
μελλοντική υγεία, οι κοινωνικοί προσδιοριστές υγείας και κινδύνου, καθώς και οι
προστατευτικοί παράγοντες, που μεταφράζονται σε συμπεριφορές που σχετίζονται
με την υγεία, μπορούν να αποτελέσουν βασικό στοιχείο στη διαμόρφωση των
υπηρεσιών υγείας των φοιτητών.
|