Περίληψη |
Η βιομηχανική επανάσταση (1750) έχει προκαλέσει την αλλαγή της καθημερινότητας και
των συνηθειών των ανθρώπων και της κοινωνίας. Η εξέλιξη της βιομηχανίας έχει βοηθήσει
σημαντικά στη βελτίωση της ποιότητας ζωής σε πολλούς τομείς, όμως ταυτόχρονα έχει επιβαρύνει
την ατμόσφαιρα με πλήθος αερίων ρυπαντών. Η ατμοσφαιρική ρύπανση αποτελεί σημαντικό
περιβαλλοντικό ζήτημα κυρίως τα τελευταία χρόνια. Ένας από τους σημαντικότερους
ατμοσφαιρικούς ρυπαντές είναι τα αερολύματα, δηλαδή τα αιωρούμενα σωματίδια, που έχουν
σημαντικές επιπτώσεις τόσο στο περιβάλλον όσο και στον άνθρωπο. Παγκοσμίως, γίνεται
προσπάθεια για τη μελέτη της επίδρασης των αερολυμάτων στην ατμόσφαιρα (για παράδειγμα, στο
ισοζύγιο της ακτινοβολίας και την ορατότητα) αλλά και στην ανθρώπινη υγεία.
Η Ανατολική Μεσόγειος είναι ένα γεωγραφικό σταυροδρόμι που την καθιστά ευάλωτη στην
επιρροή από αερολύματα που προέρχονται από διάφορα πηγές. Για το λόγο αυτό, η Ανατολική
Μεσόγειος αποτελεί ένα πολύτιμο αντικείμενο έρευνας που μπορεί να δώσει σημαντικές
πληροφορίες σχετικά με τις ιδιότητες των αερολυμάτων στην ατμόσφαιρα και τις διεργασίες μέσω
των οποίων επιδρούν στο περιβάλλον. Στην Αθήνα, στην περιοχή του Θησείου, υπάρχει ένας από
τους πιο εξελιγμένους και σύγχρονους σταθμούς ατμοσφαιρικών μετρήσεων, ο οποίος βοηθάει την
έρευνα στην Ελλάδα και στην Ανατολική Μεσόγειο και δίνει πληροφορίες για τις ατμοσφαιρικές
συνθήκες που επικρατούν στο αστικό περιβάλλον.
Η παρούσα εργασία στοχεύει στην επεξεργασία και ανάλυση μετρήσεων που αφορούν τις
οπτικές ιδιότητες των αερολυμάτων στην περιοχή της Αθήνας για τα έτη 2017, 2018 και 2019.
Συγκεκριμένα, μελετώνται οι συντελεστές σκέδασης και απορρόφησης από τα αιωρούμενα
σωματίδια, καθώς και άλλες οπτικές ιδιότητες των αερολυμάτων, οι οποίες συνεισφέρουν στην
κατανόηση των ατμοσφαιρικών συνθηκών που επικρατούσαν στην Αθήνα αυτήν τη χρονική
περίοδο.
Η εργασία χωρίζεται σε τέσσερα βασικά μέρη. Το πρώτο μέρος αφορά τη θεωρία που
σχετίζεται με τα αερολύματα και τις ιδιότητες τους και απαρτίζεται από τα κεφάλαια 1 και 2. Το
κεφάλαιο 3 δίνει πληροφορίες σχετικά με τα όργανα που χρησιμοποιήθηκαν ώστε να ληφθούν οι
κατάλληλες μετρήσεις, τα οποία είναι το νεφελόμετρο TSI μοντέλο 3563 και το αιθαλόμετρο
μοντέλο ΑΕ-33. Το τρίτο μέρος αποτελείται από το κεφάλαιο 4 και αφορά την επεξεργασία των
μετρήσεων που λήφθηκαν από το σταθμό του Θησείου, την ανάλυση, τη γραφική απεικόνιση και τη
συζήτηση των αποτελεσμάτων. Το κεφάλαιο 4 συμπυκνώνει τα κύρια ευρήματα και συμπεράσματα
της παρούσας εργασίας.
|