Περίληψη |
Η εργασία αυτή πραγματεύεται ζητήματα της νεωτερικής αστικής κουλτούρας και ειδικότερα το
ζήτημα συγκρότησης της ταυτότητας του νεωτερικού υποκειμένου στον αστικό χώρο εστιάζοντας στο
Παρίσι στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα και συγκρίνοντας εικόνες της μνημειακής
αρχιτεκτονικής της Όπερας του Παρισιού (Όπερας Γκαρνιέ) με εικόνες αναπαράστασής της σε ένα
γοτθικό μυθιστόρημα. Το θεωρητικό πλαίσιο της ανάλυσης αντλεί από την εικονογραφική
προσέγγιση, ειδικά όπως αξιοποιήθηκε στη ‘νέα πολιτισμική γεωγραφία’, που ενθάρρυνε τη μελέτη
του αστικού τοπίου σαν κείμενο με ‘κωδικοποιημένα’ σε αυτό μηνύματα και έφερε σε διάλογο
διαφορετικές πειθαρχίες, από την κοινωνιολογία και τη γεωγραφία μέχρι την ιστορία και τη
λογοτεχνία. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στον Walter Benjamin και στο έργο του Σχέδιο Εργασίας για τις
Στοές του Παρισιού σε μια προσπάθεια κριτικής ανάγνωσης των φαντασμαγορικών εικόνων της
νεωτερικής πόλης. Στη συνέχεια, προκειμένου να εξεταστεί η διαμόρφωση της ταυτότητας των
νεωτερικών υποκειμένων στον αστικό χώρο, γίνεται αναφορά στο έργο των Sennett και Sibley, που
ανέδειξαν τη σημασία του αστικού σχεδιασμού και του δημόσιου θεάματος στη συγκρότηση
έμφυλων ταυτοτήτων και μορφών ετερότητας. Στο θεωρητικό πλαίσιο της εργασίας αξιοποιείται η
Γοτθική Αισθητική, ακριβώς επειδή αναδύθηκε σαν μια κριτική στην εποχή της νεωτερικότητας, στα
πρότυπα και τις αξίες της, που είχαν τις ρίζες τους στο Διαφωτισμό. Επιπλέον, επειδή κριτικές
αναγνώσεις του ‘Γοτθικού’ ανέδειξαν μορφές και τοπία της γοτθικής μυθοπλασίας σε συμβολικούς
‘τόπους ετερότητας’, όπου η νεωτερική αστική τάξη μπορούσε να ‘αποβάλει’ τους φόβους που βίωνε
σε μια εποχή ραγδαίων πολιτισμικών αλλαγών, ενώ προσπαθούσε να τους αντιμετωπίσει. Κεντρικός
άξονας ανάλυσης είναι η Όπερα Γκαρνιέ, ένα από τα πιο σημαντικά πολιτισμικά μνημεία της
νεωτερικότητας, μέρος του μεγαλόπνοου σχεδίου του βαρόνου Haussmann για την αστική
αναμόρφωση του Παρισιού το 19ο αιώνα. Η Όπερα αναλύεται σαν ένα σύνολο από συμβολικές
εικόνες που συνδέθηκαν με τη μνήμη της Δεύτερης Αυτοκρατορίας, το μύθο του Παρισιού και τη
φαντασμαγορία του νεωτερικού πολιτισμού. Στις εικόνες αυτές αντιπαρατίθεται η εικόνα μιας
στοιχειωμένης Όπερας, με σκοτεινά υπόγεια και κακοφωτισμένα λαβυρινθώδη περάσματα, όπως
παρουσιάζεται μέσα από ένα γοτθικό μυθιστόρημα, Το Φάντασμα της Όπερας, στις αρχές του 20ού
αιώνα. Με αναφορά στην ιστορία της ανοικοδόμησης της Όπερας και στην ταξική βάση του
μετασχηματισμού του Παρισιού από τον Haussmann, η ιστορία του φαντάσματος που κατοικεί στην
Όπερα και oι συμβολικές εικόνες του Γοτθικού μπορούν να αξιοποιηθούν σε μια κριτική της αστικής
ιδεολογίας της προόδου, που πρέσβευε σε μια ριζική ρήξη με το παρελθόν, και να υπονομεύσουν,
κατ’ αυτόν τον τρόπο, το ‘μύθο της νεωτερικότητας’.
|