Περίληψη |
Εισαγωγή: Η εισαγωγή της αντιρετροϊκής αγωγής (ART) έχει συμβάλει σημαντικά στη βελτίωση της ποιότητας ζωής και στο προσδόκιμο ζωής των ατόμων με HIV (αΗΐν). Τα αΗΐν εξακολουθούν όμως να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από λοιμώξεις σε σύγκριση με τον υγιή πληθυσμό, που θα μπορούσαν να προληφθούν με τον εμβολιασμό. Στόχος της μελέτης είναι να εξεταστεί σε τι βαθμό έχει επιτευχθεί η εμβολιαστική κάλυψη των αΗΐν, οι οποίοι παρακολουθούνται στα ειδικά ιατρεία λοιμώξεων της 7ης Υγειονομικής Περιφέρειας Κρήτης. Μεθοδολογία: Έγινε συλλογή δεδομένων από τους ιατρικούς φακέλους των αΗΐν που επισκέπτονται τα ειδικά ιατρεία λοιμώξεων. Συλλέχθηκαν δεδομένα που αφορούσαν τα κοινωνικο-δημογραφικά χαρακτηριστικά, τη συννοσηρότητα των ασθενών, την ανοσοποιητική κατάσταση τους (CD4+, CD4+/CD8+, ιικό φορτίο), καθώς και τα εμβόλια που είχαν λάβει. Αποτελέσματα: Συλλέχθηκαν δεδομένα από 382 ασθενείς εκ των οποίων 304 ήταν άνδρες (79.1%), με μέση ηλικία τα 47.6 έτη και η πλειοψηφία τους έκανε λήψη ART (368 άτομα, 96.3%). Ο μέσος αριθμός των CD4+ κυττάρων και της αναλογίας των κυττάρων CD4+/CD8+ βρέθηκε να είναι αντίστοιχα 319.3 και 0.40 όταν είχε γίνει η αρχική διάγνωση της λοίμωξης HIV και σύμφωνα με το τελευταίο καταγεγραμμένο έλεγχο ο μέσος αριθμός των CD4+ ήταν αυξημένος στο 618.3 και η αναλογία των κυττάρων CD4+/CD8+ στο 0.91. Το εμβόλιο έναντι της γρίπης είχε διενεργηθεί σε 108 άτομα (28.3%), 136 (35.6%), 192 (50.3%) για τα αντίστοιχα έτη 2018, 2019 και 2020. Για το εμβολιασμό έναντι του πνευμονιοκόκκου, 235 άτομα (61.5%) είχαν εμβολιαστεί με το συζευγμένο εμβόλιο και 196 άτομα (51.3%) με το πολυσακχαριδικό εμβόλιο, ενώ 149 άτομα (39%) είχαν εμβολιαστεί και με τα δύο εμβόλια έναντι της πνευμονιοκοκκικής νόσου. Ο εμβολιασμός έναντι της ηπατίτιδας Α και Β είχε γίνει αντίστοιχα σε 16 (4.2%) και 187 (49%) άτομα. Εμβολιασμό με μια αναμνηστική δόση έναντι τετάνου - διφθερίτιδας είχαν λάβει 17 άτομα (4.5%). Από την ηλικιακή ομάδα ασθενών ηλικίας 60 ετών και άνω, είχαν εμβολιαστεί για τον έρπητα ζωστήρα 5 ασθενείς από τους 52 (9.6%).
Οι Έλληνες ασθενείς και όσοι διαθέτουν ασφαλιστική ικανότητα είχαν συσχετιστεί θετικά με τη διενέργεια των εμβολίων έναντι της γρίπης, του πνευμονιόκοκκου (PCV-13) και της ηπατίτιδας Β (p<0.001). Το εμβόλιο έναντι της ηπατίτιδας Β συσχετιζόταν θετικά με τα νεαρά αΗΐν ηλικίας 20 - 39 ετών (p=0.005), ενώ της γρίπης και του πνευμονιόκοκκου (PCV-13) με τα άτομα ηλικίας 60 ετών και άνω (p<0.001). H πολυνοσηρότητα όπως είχε οριστεί με τη παρουσία τουλάχιστον τριών χρονίων νοσημάτων, βρέθηκε να συσχετίζεται θετικά με τη διενέργεια του αντιγριπικού εμβολιασμού (p=0.009). Επίσης θετική συσχέτιση βρέθηκε και με το μορφωτικό επίπεδο για τη διενέργεια προληπτικού εμβολιασμού (p=0.001). Δεκαέξι άτομα (4.2%) είχαν εισαχθεί σε νοσοκομείο για αντιμετώπιση λοίμωξης αναπνευστικού όπου δεν αναδείχθηκε καμία συσχέτιση νοσηλείας με τη διενέργεια αντιγριπικού και αντιπνευμονιοκοκκικού εμβολιασμού.
Συμπέρασμα: Αν και υπάρχει σημαντική βελτίωση και αποκατάσταση του ανοσοποιητικού συστήματος στα αHIV, τα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης βρέθηκαν να είναι σχετικά ανεπαρκή και να υπάρχει ακόμα χώρος για βελτίωση τους. Οι αλλοδαποί ασθενείς και αυτοί που δεν έχουν ασφαλιστική ικανότητα φαίνεται να έχουν πιο χαμηλή συμμόρφωση με τη διενέργεια προληπτικού εμβολιασμού.
|