Περίληψη |
Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να διερευνήσει: α) τις απόψεις των
παιδαγωγών των δημοτικών παιδικών σταθμών σχετικά με τις διδακτικές
πρακτικές που πρέπει να εφαρμόζουν κατά την ανάγνωση ιστοριών μέσα
στην τάξη τους και τη σχέση που έχουν οι απόψεις αυτές με τα έτη εργασίας
τους, τις σπουδές τους και την ηλικία των παιδιών, β) τη συχνότητα
εμφάνισης των διδακτικών πρακτικών που εφαρμόζουν κατά την ανάγνωση
ιστοριών μέσα στην τάξη τους και τη σχέση που έχει η συχνότητα εμφάνισης
τους με τα έτη εργασίας τους, τις σπουδές τους και την ηλικία των παιδιών της
τάξης τους και γ)τη συσχέτιση των απόψεων των παιδαγωγών των δημοτικών
παιδικών σταθμών σχετικά με τις διδακτικές πρακτικές που πρέπει να
εφαρμόζουν κατά την ανάγνωση ιστοριών με τη συχνότητα εμφάνισης των
διδακτικών πρακτικών που εφαρμόζουν κατά την ανάγνωση ιστοριών μέσα
στην τάξη τους.
Στην έρευνα συμμετείχαν 256 γυναίκες παιδαγωγοί που εργάζονταν,
κατά το σχολικό έτος 2018-19, σε δημοτικούς παιδικούς σταθμούς στον νομό
Ρεθύμνου, την πόλη του Ηρακλείου, των Χανίων και του Βόλου, αλλά και
στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης. Οι παιδαγωγοί απασχολούνται σε
τμήματα που φοιτούν παιδιά ηλικίας 18 μηνών έως 5 ετών. Για τη συλλογή
των δεδομένων διανεμήθηκε ερωτηματολόγιο με ερωτήσεις τύπου Likert.
Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι νηπιαγωγοί και οι
βρεφονηπιοκόμοι θεωρούν ότι είναι σημαντικό να χρησιμοποιούν διδακτικές
πρακτικές για την καλλιέργεια του προφορικού λόγου και την κατανόηση
των συμβάσεων γραπτού λόγου ενώ οι βοηθοί βρεφοκόμου είχαν αντίθετη
άποψη. Παράλληλα και η συχνότητα εμφάνισης αυτών των πρακτικών είναι
μεγαλύτερη στους νηπιαγωγούς και στους βρεφονηπιοκόμους και μικρότερη
στους βοηθούς βρεφοκόμου. Οι νηπιαγωγοί δείχνουν μεγαλύτερη προτίμηση
στις πρακτικές που αφορούν τη διήγηση, την αναδιήγηση και την κατανόηση
των συμβάσεων γραπτού λόγου, ενώ οι βρεφονηπιοκόμοι δείχνουν
μεγαλύτερη προτίμηση στις πρακτικές που αφορούν τον εμπλουτισμό του
λεξιλογίου και την κατανόηση της δομής της ιστορίας. Επίσης, οι ηλιακές ομάδες των παιδιών (βρέφη, μεγάλα βρέφη και προνήπια) επηρεάζουν τη
συχνότητα εμφάνισης των διδακτικών πρακτικών. Έτσι, όσο αυξάνεται η
ηλικία των παιδιών που βρίσκονται στις τάξεις που διδάσκουν οι παιδαγωγοί
τόσο αυξάνεται και η συχνότητα εμφάνισης διδακτικών πρακτικών για την
καλλιέργεια του προφορικού λόγου και την κατανόηση των συμβάσεων
γραπτού λόγου. Όσον αφορά τα έτη επαγγελματικής εμπειρίας των
παιδαγωγών, φάνηκε ότι δεν επηρεάζουν τις απόψεις τους για τις διδακτικές
πρακτικές που ακολουθούν αλλά ούτε και τη συχνότητα εμφάνισής τους.
Τέλος, παρατηρήθηκε ότι οι απόψεις των παιδαγωγών σχετικά με για την
καλλιέργεια του προφορικού λόγου και την κατανόηση των συμβάσεων
γραπτού λόγου σχετίζονται με τη συχνότητα εφαρμογής τους κατά την
ανάγνωση ιστοριών.
|