Your browser does not support JavaScript!

Αρχική    Μελέτη οικοσυστήματος λίμνης Κουρνά Χανίων με έμφαση στο πλαγκτόν και την ιχθυοπανίδα  

Αποτελέσματα - Λεπτομέρειες

Προσθήκη στο καλάθι
[Προσθήκη στο καλάθι]
Κωδικός Πόρου uch.biology.phd//2008tigkilis
Τίτλος Μελέτη οικοσυστήματος λίμνης Κουρνά Χανίων με έμφαση στο πλαγκτόν και την ιχθυοπανίδα
Άλλος τίτλος Study of lake Kourna (Chania) ecosystem with emphasis in plankton and fishfauna
Συγγραφέας Τίγκιλης, Γιώργος Ν
Σύμβουλος διατριβής Ελευθερίου, Αναστάσιος
Περίληψη Κατά το διάστημα της παρούσας έρευνας (Μάρτιος 2003- Αύγουστος 2005) στη λίμνη Κουρνά Χανίων, έγινε παρακολούθηση φυσικοχημικών παραμέτρων και βιοτικών στοιχείων (φυτοπλαγκτόν–ζωοπλαγκτόν και ιχθυοπανίδα) σε 4 διαφορετικούς σταθμούς με σχεδόν μηνιαία συχνότητα. Η λίμνη είναι η μοναδική φυσική στο νησί και παρουσίασε θερμοκρασιακό εύρος από 12-27oC με μείξη νερού τον χειμώνα. και εντάσσεται στις θερμές μονομεικτικές λίμνες. Η στήλη νερού εμφανίζεται καλά οξυγονωμένη και μόνο κατά το μέσο της καλοκαιρινής περιόδου ορισμένες χρονιές (2004 & 2005) σημειώθηκε σημαντική ελάττωση του διαλυμένου O2 πλησίον πυθμένα (2,7 ppm). Ακόμη παρατηρήθηκε παρουσία υδρόθειου κοντά στον πυθμένα μόνο το φθινόπωρο του ‘04. Η διαφάνεια κυμάνθηκε από 6,6-17m και βρέθηκε να επηρεάζεται κυρίως από την φυτοπλαγκτική μάζα και λιγότερο από τις φερτές ύλες την περίοδο βροχοπτώσεων. Αυτό δημιουργεί μεγάλη εύφωτη ζώνη που επεκτείνεται στο μεγαλύτερο μέρος του υδάτινου όγκου της λίμνης με εξαίρεση το κεντρικό και βαθύτερο τμήμα της, το περισσότερο διάστημα του χρόνου. Το pΗ της λίμνης εμφανίζεται αλκαλικό (7,4-8,6) με ιδιαίτερες μεταβολές εποχιακά και ειδικά την περίοδο βροχοπτώσεων. Σε κατακόρυφο επίπεδο το pΗ διαφοροποιείται κατά το φθινόπωρο, ενώ μειώνεται σε όλη στη στήλη την περίοδο της μείξης του χειμώνα. Η αλκαλικότητα εμφανίζει αύξηση τον χειμώνα και μείωση το καλοκαίρι. Το νερό που εισρέει στη λίμνη από τις υποβρύχιες πηγές, μεταφέρει σημαντικές ποσότητες αλάτων, που επηρεάζουν την αλατότητα (0,5-1ppt ή μέχρι 4ppt) και ηλεκτρική αγωγιμότητά του. Από τα θρεπτικά άλατα εκείνο που εμφανίζεται να αποτελεί περιοριστικό παράγοντα ανάπτυξης του φυτοπλαγκτού είναι τα φωσφορικά., με ιδιαίτερα χαμηλές συγκεντρώσεις (0,01-0,935 μΜ ΡΟ4 /l ή 0,3- 28,96 μg Ρ /l). Στη περιοχή την τελευταία 20ετία, ο άνθρωπος με τις δράσεις του, (κύρια τουριστική ανάπτυξη) συμβάλλει σημαντικά στις αυξημένες τιμές συγκέντρωσης αζώτου στη λίμνη, κύρια στην παράλιο ζώνη (ιδιαίτερα στο σταθμό αποβάθρας D) και τις πηγές (S).Τα αζωτούχα άλατα επηρεαζόμενα κύρια από την συμμετοχή των νιτρικών (120-870 μg/l ή 8.51-61.92 μΜ/L).) κυμάνθηκαν από 160-890 μg/L (ή 11.57-63.49 μΜ/L) εμφανίζονται αυξημένα κύρια την χειμερινή περίοδο και την άνοιξη. Τα νιτρώδη άλατα με συγκεντρώσεις από 0,59-12,94 μg/l (ή 0.042-0.924 μΜ/L) και τα αμμωνιακά από 3,2-544 μg/L (ή 0.23-38.85 μΜ/L), συμμετέχουν με μικρό ποσοστό στα αζωτούχα, με εξαίρεση περιόδους με έντονες αναγωγικές συνθήκες οπότε αυξάνει το ποσοστό τους (80% στο υπολίμνιο φθινόπωρο’ 04). Συνοπτικά τα νιτρικά παρουσιάσαν αυξημένες τιμές το 2003 έναντι του 2004, ενώ το θερμό 2004 με πιο αναγωγικές συνθήκες είχαμε αυξημένες τιμές νιτρωδών και αμμωνιακών. Το πυρίτιο μέσω των πυριτικών εμφανίζεται επαρκές κατά περιόδους με τιμές που κυμαίνονται από 271-555,4 μg (SiO2)/l ή 4,5-92,4 μΜ/l, χωρίς σταθερό πρότυπο περιοδικότητας. Επίσης σημαντικό ρόλο πρέπει να παίζουν τα διάφορα φερτά οργανικά υλικά που παρατηρούνται κατά διαστήματα ανάλογα με τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες (π.χ αυξημένα ποσοστά με τις πρώτες φθινοπωρινές βροχές ή περιόδους ξηρασίας, που οδηγεί σε αυξημένη πτώση φύλλων και μεταφορά τους στο νερό με ισχυρούς ανέμους). Η βιοποικιλότητα της λίμνης εμφανίζεται ιδιαίτερα πλούσια με καταγραφή τουλάχιστον 118 φυτοπλαγκτικών και 20 ζωοπλαγκτικών ειδών. Από τα φυτοπλαγκτικά τα 51 ανήκουν στα Χλωροφύκη (Chlorophyceae), τα 31 στα Διατόμα (Bacillariophyceae), τα 10 στα Κυανοφύκη (Cyanophyceae),τα 7 στα Δινοφύκη (Dinophyceae), τα 2 στα Χρυσοφύκη (Chrysophyceae), τα 2 στα Κρυπτοφύκη (Cryptophyceae), το 1 στα Ευγληνοφύκη (Euglenophyceae) και το 1 στα Ξανθοφύκη (Xanthophyceae). Η φυτοπλαγκτική βιομάζα χαρακτηρίστηκε κυρίως από τα νήματα των Χλωροφυκών Mougeotia & Spirogyra, της ομάδας Zygnemales, καθώς επίσης από τις θήκες των Διατόμων του γένους Cyclotella, τις Κυανοφυκικές κάψες του γένους Chroococcus και από τα άτομα του δινοφύκους Ceratium hirundinella Όσον αφορά την διαδοχή των ειδών αυτή φαίνεται να χαρακτηρίζεται από την εναλλαγή δύο κλάσεων μεγέθους, με επικράτηση άλλοτε των μικρών ειδών, όπως τα είδη Cyclotella, r-στρατηγικής, κι άλλοτε των μεγαλόσωμων ειδών, k- στρατηγικής Έτσι την άνοιξη ή το φθινόπωρο επικρατούν τα Pennalles Διάτομα με τα Xλωροφύκη Zygnemales κι άλλοτε τα Δινοφύκη με κυρίαρχη παρουσία του C. hirundinella. Επίσης η διαδικασία διαδοχής του φυτοπλαγκτού παρουσιάζει μεγαλύτερη ομοιότητα με τη διαδοχή που παρατηρείται σε ολιγότροφες λίμνες, σύμφωνα με τα γενικευμένα πρότυπα που διατύπωσε ο Reynolds το 1984. Η στατιστική ανάλυση των δεδομένων αφθονίας/ή βιομάζας φυτοπλαγκτού από τα δείγματα με φιάλης νερού και από το πλαγκτικό δίχτυ μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτό αναπτύσσεται ομοιόμορφα στον χώρο με σημαντικές διαφορο-ποιήσεις κατά χρονιά, γεγονός που εκφράστηκε και στην μειωμένη ποικιλότητα το 2005 έναντι του 2003 και μεταξύ των ετών 2003 και 2004. Τέλος η κατακόρυφη κατανομή της φυκοχλωρίδας παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ επιφανειακών και υπολιμνικών δειγμάτων (ελλείψει και μεσοχειμωνιάτικων δειγμάτων) . Από τα ζωοπλαγκτικά τα 11 είναι Τροχόζωα, τα 4 Κλαδοκεραιωτά, τα 3 Κωπήποδα (1 Καλανοειδές & 2 Κυκλοποειδή) και τα 2 βλεφαριδωτά πρωτόζωα, χωρίς να υπολογίζονται τα μεροπλαγκτικά προνυμφικά στάδια των εντόμων. Από αυτά τα 11-14 θεωρούνται πελαγικά είδη, ποιοτική σύνθεση ζωοπλαγκτικής κοινωνίας που ομοιάζει με αντίστοιχες σε ολιγότροφες λίμνες της Ευρώπης. Επίσης η τάση για αύξηση του τροφισμού στη λίμνη συγκεκριμένες εποχές και έτη ταυτίζεται με τις μικρές τιμές που λαμβάνει ο λόγος καλανοειδή/κυκλοποειδή + κλαδοκεραιωτά. Σε επίπεδο αφθονίας επικρατέστερη ομάδα ήταν κατά κανόνα τα τροχόζωα (μέχρι και 99% συμμετοχή στην συνολική αφθονία), ενώ σε επίπεδο βιομάζας το περισσότερο διάστημα ήταν τα Κωπήποδα (μέχρι και 80% συμμετοχή στην συνολική βιομάζα).Από τον κανόνα αυτό όμως παρατηρήθηκε διαφοροποίηση, όταν αυξάνει η παρουσία του μεγαλόσωμου Asplanchna, οπότε τα Τροχόζωα επικρατούν και κατά βιομάζα. Η κατάσταση αυτή φαίνεται να διαρκεί περισσότερο το ξηρό έτος 2004 παρά το 2003. Το ζωοπλαγκτόν δεν εμφανίζει ομοιογένεια στον χώρο της λίμνης, όπως το φυτοπλαγκτο. Η κατακόρυφη επίσης κατανομή εμφανίζει διαφορές τις εποχές έντονης στρωμάτωσης (καλοκαίρι κυρίως) αξιολογώντας τις ζωοπλαγκτικές αφθονίες. Επίσης δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται στις μεταβολές του φυτοπλαγκτού κατ’ έτος. Τα Καλανοειδή Κωπήποδα επικρατούν έναντι των Κυκλοποειδών με αφθονίες (0-52 ind/m3 και 0-6 ind/m3 αντίστοιχα, ενώ τα Κλαδοκεραιωτά έχουν μικρή αφθονία (0,6-8,8 ind/m3),αλλά καταγράφονται με μεγάλη συχνότητα στην λεία συγκεκριμένων πλαγκτοφάγων ψαριών. Στην λίμνη επιβεβαιώθηκε η παρουσία 6 ειδών ιχθυοπανίδας. Τα δύο ανήκουν στα αυτόχθονα είδη (αθερίνα, Atherina boyeri σαλιάρα Blennius (Salaria) fluviatilis), άλλα δύο ανήκουν στα διάδρομα είδη (χέλια, Anguilla anguilla κέφαλοι, Liza ramada) και τα υπόλοιπα είδη ανήκουν στα εισαγώμενα (ξενικά). Στα τελευταία συγκαταλέγονται το κουνουπόψαρο, Gambusia (affinis) holbrooki, που έχει προσαρμοστεί στη λίμνη από την μεταφορά του πριν από 70 έτη και το πρόσφατα εισαχθέν χρυσόψαρο Carassius auratus. Οι πέστροφες, Onkorhynchus mykiss, που είχαν εισαχθεί πριν από 25 χρόνια, πιθανότατα έχουν αφανιστεί. Η θηρευτική πίεση ακόμη και από τα ενήλικα άτομα αθερίνας είναι εμφανής στα μεγαλύτερα Κλαδοκεραιωτά (f=36,85+/-32.73%) και λιγότερο στα Κωπήποδα (f= 10,09+/-9,79%) εκτός από τα μακροασπόνδυλα με προτίμηση τους πλατυέλμυνθες (f= 46,8+/-33,82%), τις προνύμφες (f=39,31+/-20,5%) και τα ώριμα άτομα (f=44,91+/-18,51%) των εντόμων. Το ίδιο παρατηρούμε και στα κουνουπόψαρα με μεγαλύτερη προτίμηση στις μικρότερες μορφές είτε ζωοπλαγκτού (Κωπηπόδων, κύρια των Καλανοειδών με συχνότητα f= 36,7+/-37,8 των τροχοζώων με f=23,1+/-29,2% και των Κλαδόκερων με f=28,04+/-5,19], είτε μακροασπονδύλων (όπως τις διάφορες μορφές εντόμων, τα προνυμφικά στάδια με f=43,61+/-9,93% και τα ώριμα άτομα με f=21,78+/- 20,46%). Το νεόφερτο χρυσόψαρο, φαίνεται προς το παρόν να ελέγχεται από τους θηρευτές της λίμνης, είτε σε επίπεδο ιχθύδιων και ώριμων ατόμων, είτε σε επίπεδο αβγών. Οι πρόσφατες παρατηρήσεις ορνιθολόγων για αύξηση των κορμοράνων στη περιοχή, πιθανόν να σχετίζεται με τον καταγραφόμενο μέχρι στιγμής μικρό πληθυσμό τους. Τέλος τις παραγωγικότερες χρονιές, η φυτοπλαγκτική βιομάζα και κατεπέκταση το πλεόνασμα ενέργειας που δεν αξιοποιείται από το ζωοπλαγκτόν, εφόσον αυτό ελέγχεται σημαντικά από τους ιχθυοθηρευτές του, καταλήγει στον πυθμένα. Εκεί είναι σίγουρο ότι υποστηρίζει με ενέργεια πολυάριθμους πληθυσμούς ασπονδύλων γαστερόποδων και μικρών καρκινοειδών που λειτουργούν ως o σημαντικότερος κρίκος επαναφοράς της ενέργειας στο οικοσύστημα.
Γλώσσα Ελληνικά
Ημερομηνία έκδοσης 2007-12-04
Συλλογή   Σχολή/Τμήμα--Σχολή Θετικών και Τεχνολογικών Επιστημών--Τμήμα Βιολογίας--Διδακτορικές διατριβές
  Τύπος Εργασίας--Διδακτορικές διατριβές
Εμφανίσεις 416

Ψηφιακά τεκμήρια
No preview available

Κατέβασμα Εγγράφου
Προβολή Εγγράφου
Εμφανίσεις : 49