Περίληψη |
Στην παρούσα διδακτορική διατριβή μελετώνται οι οργανισμικές συνευρέσεις της ταξοκοινωνίας των Πολυχαίτων αλλά και η πληθυσμιακή γενετική δομή ενός από τα πλέον άφθονα είδη, σε δύο περιοχές σκληρού υποστρώματος. Δύο διαδοχικές δειγματοληπτικές προσπάθειες πραγματοποιήθηκαν τα έτη 2007-2008 στις περιοχές Αλυκές και Ελούντα (βόρεια κεντρική και ανατολική ακτή της Κρήτης αντίστοιχα) με βάση το πρωτόκολλο του προγράμματος NaGISA. Σύμφωνα με το συγκεκριμένο πρωτόκολλο από κάθε περιοχή πέντε επαναληπτικά δείγματα συλλέγονται από τρεις περιοχές της μεσοπαραλιακής και από πέντε βάθη της υποπαραλιακής ζώνης. Η συλλογή των οργανισμών πραγματοποιήθηκε με την βοήθεια υποθαλάσσιας αναρροφητικής συσκευής. Από τα προβλήματα στη χρήση της, προέκυψε η ανάγκη κατασκευής νέου δειγματοληπτικού εργαλείου. Ο νέος δειγματολήπτης που κατασκευάστηκε, ονομάζεται ManOSS (Manually Operated Suction Sampler) και συνδυάζει χαρακτηριστικά από τους δειγματολήπτες τύπου ΣΑΝΑ (συσκευή αναρρόφησης με αέρα) και ΥΔΑ (υδραυλική αντλία). Τα πρώτα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο ManOSS εμφανίζει αξιοσημείωτα πλεονεκτήματα σε σχέση με τα έως τώρα δειγματοληπτικά εργαλεία. Από τις αναλύσεις στο βιοκοινοτικό επίπεδο προέκυψε ότι οι δύο περιοχές δειγματοληψίας είναι δυνατόν να θεωρηθούν αντιπροσωπευτικές της Μεσογείου, μόνο κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις. Παράλληλα με τη βοήθεια των δεικτών της ταξινομικής διακριτότητας (μέσος όρος και μεταβλητότητα), βρέθηκε ότι τα πρότυπα κατανομής των ειδών με βάση την πιο άφθονη οικογένεια της υποπαραλιακής ζώνης (Syllidae), είναι δυνατόν να θεωρηθούν τυχαία μόνο στα μικρά επίπεδα χωρικής παρατήρησης (επαναληπτικό δείγμα και δειγματοληπτικό βάθος). Η ταυτότητα των δεδομένων αποτέλεσε το μόνο παράγοντα που βρέθηκε να επηρεάζει τα πρότυπα κατανομής της πολυχαιτοπανίδας των μεσοπαραλιακών περιοχών της Μεσογείου. Ουσιαστικά, ο παράγοντας αυτός περικλείει ένα σύνολο άλλων παραγόντων, που επηρεάζουν όλη τη δομή της έρευνας από τα αρχικά επιστημονικά ερωτήματα μέχρι την ερμηνεία των αποτελεσμάτων και τα εξαγόμενα συμπεράσματα. Για την πληθυσμιακή γενετική ανάλυση εξετάστηκαν 80 άτομα του είδους Hermodice carunculata (40 από κάθε περιοχή). Βρέθηκαν σημαντικές διαφορές στη κατανομή των απλοτύπων, αφού από τους συνολικά 15 απλότυπους μόνο ένας εμφανίζεται κοινός, ενώ οι υπόλοιποι κατανέμονται ισομερώς στις δύο περιοχές. Τέλος, παρατηρήθηκε ότι ο δείκτης ποικιλότητας κίνησης, bw, ο οποίος υπολογίστηκε με βάση την ταξοκοινωνία των Πολυχαίτων από τις δύο περιοχές δειγματοληψίας, και ο γενετικός δείκτης FST , ο οποίος υπολογίστηκε με βάση τη συχνότητα εμφάνισης των αλληλόμορφων του είδους H. carunculata στις δύο περιοχές μελέτης, λαμβάνουν σχεδόν ταυτόσημες τιμές. Το εύρημα αυτό είναι δυνατόν να αποτελέσει μια πρώτη ένδειξη για τη συσχέτιση του βαθμού διαφοροποίησης όπως αυτή παράγεται από το επίπεδο της δια - πληθυσμιακή γενετική δομή ενός είδους και της ταξοκοινωνίας.
|