Περίληψη |
Ο σκοπός της παρούσας διαχρονικής έρευνας ήταν να εξετάσει τη σχέση του ρυθμού ανάπτυξης επιμέρους προφορικών γλωσσικών δεξιοτήτων με την εμφάνιση δυσκολιών μάθησης του γραπτού λόγου από την πρώτη έως και την τρίτη τάξη του δημοτικού και να διερευνήσει εάν ο ρυθμός ανάπτυξης των προφορικών γλωσσικών δεξιοτήτων συνδέεται με την επίλυση ή μη των συγκεκριμένων δυσκολιών. Ειδικότερα, 240 παιδιά που φοιτούσαν σε δημόσια δημοτικά σχολεία γενικής εκπαίδευσης της πόλης του Ηρακλείου αξιολογήθηκαν ως προς τα επίπεδα ανάπτυξης της φωνολογικής επίγνωσης, της μορφολογικής επίγνωσης, του λεξιλογίου και της ταχείας κατονομασίας οπτικών ερεθισμάτων στην πρώτη, τη δευτέρα και την τρίτη τάξη του δημοτικού. Επίσης, μέσω της χρήσης σταθμισμένων κλιμάκων μέτρησης αξιολογήθηκαν και στις τρεις τάξεις οι αναγνωστικές τους δεξιότητες (αναγνωστική ακρίβεια λέξεων, αναγνωστική ακρίβεια ψευδολέξεων, αναγνωστική ευχέρεια κειμένου και αναγνωστική κατανόηση), καθώς και οι ορθογραφικές τους δεξιότητες στη δευτέρα και στην τρίτη τάξη του δημοτικού. Βάσει των επιδόσεών τους στις σταθμισμένες αναγνωστικές δοκιμασίες στην πρώτη και τη δευτέρα τάξη του δημοτικού και των επιδόσεών τους στη σταθμισμένη δοκιμασία ορθογραφημένης γραφής στη δευτέρα τάξη του δημοτικού κατηγοριοποιήθηκαν σε ομάδα με δυσκολίες μάθησης του γραπτού λόγου (Ν = 158) και σε ομάδα χωρίς δυσκολίες μάθησης του γραπτού λόγου (Ν = 82). Τα παιδιά με δυσκολίες μάθησης του γραπτού λόγου κατηγοριοποιήθηκαν περαιτέρω σε ομάδα με μεικτού τύπου δυσκολίες μάθησης του γραπτού λόγου (Ν = 90), ομάδα με μόνο αναγνωστικές δυσκολίες (Ν = 17) και ομάδα με μόνο ορθογραφικές δυσκολίες (Ν = 51). Προκειμένου να εξεταστεί εάν τα παιδιά ξεπέρασαν μέχρι την τρίτη τάξη του δημοτικού τις δυσκολίες μάθησης του γραπτού λόγου που αντιμετώπιζαν, κατηγοριοποιήθηκαν εκ νέου στις αντίστοιχες ομάδες βάσει των επιδόσεών τους στις σταθμισμένες αναγνωστικές δοκιμασίες στη δευτέρα και στην τρίτη τάξη του δημοτικού και στη σταθμισμένη δοκιμασία ορθογραφημένης γραφής στην τρίτη τάξη του δημοτικού. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι o ρυθμός ανάπτυξης όλων των προφορικών γλωσσικών δεξιοτήτων, πλην του λεξιλογίου, διέφερε σημαντικά μεταξύ των παιδιών με δυσκολίες μάθησης του γραπτού λόγου και των παιδιών χωρίς δυσκολίες μάθησης του γραπτού λόγου κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων τάξεων του δημοτικού. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της μορφολογικής επίγνωσης διέφερε σημαντικά μεταξύ των παιδιών με μεικτού τύπου δυσκολίες μάθησης του γραπτού λόγου και των παιδιών με μόνο αναγνωστικές δυσκολίες. Επιπλέον, βρέθηκε ότι τα παιδιά που στην τρίτη τάξη του δημοτικού κατάφεραν να ξεπεράσουν τις δυσκολίες μάθησης του γραπτού λόγου που αντιμετώπιζαν ανέπτυξαν με σημαντικά υψηλότερο ρυθμό τα επίπεδα μορφολογικής τους επίγνωσης από τη δευτέρα στην τρίτη τάξη του δημοτικού σε σχέση με τα παιδιά που συνέχιζαν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες μάθησης του γραπτού λόγου. Τέλος, διαπιστώθηκε ότι τα παιδιά που ξεπέρασαν τις εστιασμένες ορθογραφικές δυσκολίες εμφάνιζαν σημαντικά υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης της μορφολογικής τους επίγνωσης από τη δευτέρα στην τρίτη τάξη του δημοτικού σε σχέση με τα παιδιά με σταθερές εστιασμένες ορθογραφικές δυσκολίες. Τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας έχουν σημαντικές προεκτάσεις τόσο ως προς την έγκαιρη διάγνωση των δυσκολιών μάθησης του γραπτού λόγου όσο και τον σχεδιασμό αποτελεσματικών εκπαιδευτικών παρεμβάσεων για την αντιμετώπισή τους κατά τα πρώτα στάδια ανάπτυξης της ανάγνωσης και της ορθογραφημένης γραφής.
|