Περίληψη |
Θεωρητικό Υπόβαθρο: Η συνεχιζόμενη και αλόγιστη χρήση των αντιβιοτικών έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη πολυανθεκτικών μικροοργανισμών, οι οποίοι είναι συχνά ευαίσθητοι ελάχιστες αντιμικροβιακές ουσίες. Το φαινόμενο της μικροβιακής αντοχής αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία παγκοσμίως και ιδιαίτερα για την αντιμετώπιση των λοιμώξεων που προκαλούνται από πολυανθεκτικά gram- αρνητικά παθογόνα. Η Κεφιντεροκόλη είναι ένας νέος αντιμικροβιακός παράγοντας με καινοτόμο δράση, ειδικά σχεδιασμένη έτσι ώστε να μπορέσει να υπερνικήσει τους ιδιαίτερους μηχανισμούς αντοχής των βακτηρίων. Ωστόσο, παρόλη την ισχυρή αντιμικροβιακή δράση της Κεφιντεροκόλης, έχει αναφερθεί η ανάπτυξη αντοχής για περισσότερα από ένα παθογόνα βακτήρια.
Σκοπός: Κύριος σκοπός της παρούσας μελέτης, είναι μέσα από την ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας να αξιολογήσει τον επιπολασμό της αντοχής στην Κεφιντεροκόλη, που εμφανίζεται τόσο in vitro, όσο και in vivo κατά την διάρκεια της θεραπείας, των Gram-αρνητικών βατκηρίων: Enterobacterales, P. aeruginosa, A. baumannii και S. maltophilia.
Μεθοδολογία: Συστηματική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας μέσα από τις βάσεις δεδομένων PubMed και Scopus. Στην αναζήτηση συμπεριλήφθησαν μελέτες που αναφέρουν στοιχεία σχετικά με την μικροβιακή αντοχή στην κεφιντεροκόλη ή/και τους μηχανισμούς αντοχής, χωρίς να υπάρχει κάποιος περιορισμός ως προς το είδος της μελέτης ή το έτος δημοσίευσής της.
Αποτελέσματα: Οι 25 μελέτες που ανασκοπήθηκαν συμπεριέλαβαν συνολικά 21.451 στελέχη Enterobacterales, 6.952 P. aeruginosa, 5.108 A. baumannii και 1.853 S. maltophilia. Η εμφάνιση της αντοχής στην Κεφιντεροκόλη εκτιμήθηκε συγκεντρωτικά με βάση τις ελάχιστες ανασταλτικές συγκεντρώσεις του αντιβιοτικού για κάθε ένα από τα βακτήρια. Τα χαμηλότερα ποσοστά αντοχής παρατηρήθηκαν κατά τη χρήση του αντιβιοτικού έναντι της S.maltophilia, καθώς από το σύνολο των βακτηρίων που απομονώθηκαν, τα στελέχη που εμφάνισαν αντοχή ήταν μόλις 2. Αντιθέτως, το βακτήριο A. baumannii ήταν εκείνο με τα υψηλότερα ποσοστά αντοχής, η οποία εκτιμήθηκε σε 4% (95% διάστημα εμπιστοσύνης [ΔΕ]: 3 – 7%) με βάση τα όρια αντοχής κατά CLSI, 7% (95%ΔΕ: 2 – 19%) βάση τα όρια αντοχής κατά EUCAST και 13% (95%ΔΕ: 6 – 26%) με βάση τα όρια FDA. Για τα υπόλοιπα βακτήρια της μελέτης, τόσο για την οικογένεια των Enterobacterales, όσο και για τα στελέχη της P. aeruginosa τα ποσοστά αντοχής στη Κεφιντεροκόλη ήταν ιδιαίτερα χαμηλά και δεν ξεπερνούσαν το 2% του συνόλου των απομονώσεων.
Συμπεράσματα: Η Κεφιντεροκόλη, αποτελεί ένα αντιβιοτικό με ισχυρή αντιμικροβιακή δράση, η χρήση του οποίου μπορεί να έχει θετική επίδραση στον έλεγχο και τη διαχείριση των λοιμώξεων. Ωστόσο, η ύπαρξη αντοχής, έστω και σε μικρό βαθμό και ιδιαίτερα για το A. baumannii, απαιτεί περεταίρω διερεύνηση έτσι ώστε να μπορέσουν να αποφευχθούν επιπλέον θεραπευτικές δυσκολίες που πιθανά να προκύψουν στην καθιερωμένη κλινική πρακτική.
|