Περίληψη |
Η νοθεία καυσίμων είναι ένα θέμα που απασχολεί τις αρμόδιες κρατικές
αρχές, τις εταιρείες παραγωγής και διανομής/εμπορίας καυσίμων αλλά και τον
τελικό καταναλωτή. Στον έλεγχο νοθείας χρησιμοποιούνται σήμερα τεχνικές που
προσδιορίζουν φυσικοχημικά χαρακτηριστικά (έλεγχος εξάτμισης, απόσταξης,
ιχνηθέτη, αριθμού οκτανίων, σημείου βρασμού, πυκνότητας, σημείου ανάφλεξης ή
δείκτη διάθλασης) ή αναλυτικές τεχνικές ανάλυσης μειγμάτων όπως η αέρια
χρωματογραφία. Οι αναλυτικές αυτές τεχνικές παρά τα πλεονεκτήματα τους
(ευαισθησία, ακρίβεια), παρουσιάζουν και κάποια μειονεκτήματα, όπως η
σημαντική διάρκεια ανάλυσης, το υψηλό κόστος της και η ανάγκη
πραγματοποίησής της στο εργαστήριο, μακριά από τους χώρους διακίνησης των
καυσίμων. Υπάρχει, λοιπόν, ανάγκη για την ανάπτυξη νέων μεθόδων που θα είναι
γρήγορες, χαμηλού κόστους και θα δίνουν αξιόπιστα αποτελέσματα στο χώρο
ελέγχου (στο «πεδίο»).
Στο Ινστιτούτο Ηλεκτρονικής Δομής και Λέιζερ (ΙΗΔΛ) του ΙΤΕ εξετάζουμε μια
καινοτόμο προσέγγιση ανίχνευσης νοθείας των υγρών καυσίμων που βασίζεται στο
συνδυασμό οπτικών φασματοσκοπικών μεθόδων (π.χ. απορρόφησης, φθορισμού
κ.ά.) με στατιστικές μεθόδους ανάλυσης δεδομένων και τεχνικές μηχανικής
μάθησης. Το οπτικό «αποτύπωμα» πρότυπων καυσίμων και νοθευτών συγκρίνεται
με αυτό άγνωστων δειγμάτων και μετά την επεξεργασία των δεδομένων εξάγονται
συμπεράσματα για το αν το άγνωστο δείγμα είναι νοθευμένο ή όχι. Το φάσμα κάθε
«πρότυπου» καυσίμου ή νοθευτή, το οποίο είναι το οπτικό του «αποτύπωμα»,
αντικατοπτρίζει τη χημική του σύσταση και αποτελεί τη βάση της προσέγγισης που
χρησιμοποιούμε. Η καταγραφή και η μελέτη οπτικών φασμάτων ποιοτικά
ελεγμένων καυσίμων (π.χ. βενζίνες, πετρέλαια) και πιθανών νοθευτών (π.χ.
απόβλητα λιπαντικά έλαια (ΑΛΕ), αποστάγματα ΑΛΕ κ.α. ) είναι, επομένως, το
πρώτο βήμα για την ανίχνευση νοθείας σε καύσιμα με φασματοσκοπικές μεθόδους,
και αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας εργασίας.
|