Περίληψη |
Ονόματα όπως: «κοινό σπουργίτι» και «σπιτοσπουργίτης» ανήκουν στο είδος Passer domesticus και δεν του έχουν αποδοθεί τυχαία. Το είδος αυτό παρουσιάζει ευρεία φυσική εξάπλωση και έχει εισαχθεί σε αρκετές χώρες του κόσμου. Χρησιμοποιεί την ανθρώπινη παρουσία για εύρεση τροφής και φωλιάζει σε ανθρώπινες κατασκευές. Μπορεί να διασταυρωθεί με ομογενή άτομα όπως το Passer hispaniolensis και να δημιουργήσει το υβρίδιο P. domesticus italiae που εντοπίζεται κυρίως στην ιταλική χερσόνησο. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία ο σπιτοσπουργίτης της Κρήτης αναφέρεται ως P. domesticus italiae με βάση το χρωματισμό του φτερώματός του. Σκοπός λοιπόν της παρούσας εργασίας είναι η διασαφήνιση της θέσης του P. domesticus της Κρήτης ανάμεσα στα υπόλοιπα είδη Passer του νησιού αλλά και της υπόλοιπης Ελλάδας από μορφομετρική, φυλογενετική, και οικολογική άποψη. Μετρήθηκαν λοιπόν, διαστάσεις όπως του ράμφους των φτερών και του ταρσού σε 117 άτομα προερχόμενα από τη συλλογή του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κρήτης καθώς και από δειγματοληψίες σε περιοχές της Κρήτης. Δείγματα από τα ίδια άτομα χρησιμοποιήθηκαν για γενετική ανάλυση των μιτοχονδριακών γονιδίων ND2 (υπομονάδα 2 της μιτοχονδριακής αφυδρογονάσης) και cyt b (κυτόχρωμα β). Η οικολογική προσέγγιση περιορίστηκε στη μελέτη της συμπεριφοράς και οικολογίας κουρνιάσματος του P. domesticus και P. hispaniolensis σε μία μεικτή κούρνια του Ηρακλείου με αρχικό πληθυσμό 980 ατόμων. Καταγράφονταν στοιχεία της ώρας αναχώρησης και επιστροφής των ατόμων σε σχέση με την ανατολή/ δύση του ηλίου, της κατανομής των ατόμων σε διαφορετικού μεγέθους ομάδες, του χρόνου παραμονής στην κούρνια, της διάρκειας αναχώρησης και επιστροφής στην κούρνια και της κατεύθυνσης που ακολουθούσαν κατά την αναχώρηση και επιστροφή στην κούρνια. Οι καταγραφές των συμπεριφορών αυτών συσχετίστηκαν με περιβαλλοντικές παραμέτρους όπως η φωτοπερίοδος και κλιματικούς παράγοντες όπως η θερμοκρασία, υγρασία, η ταχύτητα και η διεύθυνση του ανέμου. Τα αποτελέσματα των μορφομετρικών χαρακτηριστικών δεν διαχωρίζουν σαφώς το P. domesticus Κρήτης από το P. hispaniolensis και επιπλέον δεν παρατηρείται απόκλιση από τα P. domesticus εκτός Κρήτης και P. domesticus italiae. Οι οικολογικές καταγραφές στην κούρνια έδειξαν ότι οι βασικότεροι παράγοντες επιρροής στη συμπεριφορά κουρνιάσματος είναι η θερμοκρασία και η υγρασία. Ωστόσο, δεν βρέθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στην επίδρασή τους στα δύο διαφορετικά είδη. Τέλος, οι γενετικές αναλύσεις με βάση τα ΝD2 και cyt b γονίδια έδειξαν σαφή διαφοροποίηση του Κρητικού P. domesticus από τα υπόλοιπα είδη του νησιού, όχι όμως και από το P. domesticus της υπόλοιπης Ευρώπης και από το P. domesticus italiae. Οι περισσότερες ενδείξεις συνεπώς, ορίζουν ότι το κοινό σπουργίτι της Κρήτης ανήκει στο είδος P. domesticus. Ωστόσο, πολλές αναλύσεις θα πρέπει να γίνουν μελλοντικά, κυρίως με τη χρήση γενετικών εργαλείων αλλά και με παρατηρήσεις της οικολογίας του κρητικού σπιτοσπουργιτιού προτού να αποφασιστεί η ταξινόμηση του.
|