Περίληψη |
Στην παρούσα μελέτη επιχειρήθηκε ο χαρακτηρισμός και η ποσοτικοποίηση
παραμέτρων που σχετίζονται με την οφθαλμική ελαστικότητα και την υδροδυναμική του
οφθαλμού. Ως μέτρο των ελαστικών ιδιοτήτων του οφθαλμού, ο συντελεστής
οφθαλμικής ακαμψίας ορίζει τη σχέση πίεσης-όγκου του οφθαλμού. Η αποχέτευση του
υδατοειδούς υγρού συναρτήσει της ενδοφθάλμιας πίεσης (ΕΟΠ) περιγράφεται με το
συντελεστή ευχέρειας απορροής. Το οφθαλμικό εύρος παλμού αντιστοιχεί στη μεταβολή
της ΕΟΠ κατά τη διάρκεια του καρδιακού κύκλου και συνδέεται με τη σφύζουσα
συνιστώσα της οφθαλμικής αιματικής ροής, αποτελώντας έμμεσο δείκτη της
χοριοειδικής διήθησης. Μέσω της σχέσης πίεσης όγκου, ο όγκος παλμού συνδέεται
άμεσα με το εύρος παλμού.
Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η in vivo μέτρηση της σχέσης πίεσης όγκου
και του συντελεστή ευχέρειας εκροής του ανθρώπινου οφθαλμού. Επιπρόσθετα, η
παρούσα μελέτη αποσκοπεί στη μέτρηση του οφθαλμικού εύρους παλμού (ΟΕΠ) και τον
υπολογισμό της σφύζουσας αιματικής ροής σε ένα εύρος κλινικά σημαντικών επιπέδων
ΕΟΠ καθώς και στη διερεύνηση συσχέτισης των παραμέτρων αυτών με το αξονικό
μήκος.
75 ασθενείς (75 μάτια) που υποβλήθηκαν σε επέμβαση καταρράκτη
συμπεριελήφθησαν στη μελέτη. Οι μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν πριν από την
επέμβαση καταρράκτη υπό τοπική αναισθησία με σταγόνες προπαρακαϊνης και
λιδοκαϊνης. Για τη διεγχειρητική καταγραφή και τον έλεγχο της ΕΟΠ χρησιμοποιήθηκε
συσκευή που έχει αναπτυχθεί στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, αποτελούμενη από έναν
αισθητήρα πίεσης και ένα μικροδοσιμετρικό σύστημα, που ελέγχονται από ηλεκτρονικό
υπολογιστή μέσω ειδικά σχεδιασμένου λογισμικού. Μετά καθετηριασμό του προσθίου
θαλάμου με πεταλούδα 21g, πραγματοποιείται μέτρηση της ΕΟΠ και η πίεση ρυθμίζεται
στα 10 mmHg με ανταλλαγή υδατοειδούς υγρού-BSS. Στη συνέχεια, με ελεγχόμενη
ενδοβολβική έγχυση BSS σε βήματα των 4μl, αυξάνεται η ΕΟΠ έως τα 40 mmHg. Σε
κάθε βήμα λαμβάνεται συνεχής καταγραφή της EOΠ για διάστημα 2 sec. Ακολούθως,
διακόπτεται η έγχυση και καταγράφεται η φθίνουσα ενδοφθάλμια πίεση για 60 sec.
Συστηματική αρτηριακή πίεση και καρδιακός ρυθμός παρακολουθούνται κατά τη
διάρκεια της μέτρησης και περέμειναν σταθερά σε όλους τους ασθενείς. Οι μετρήσεις
πραγματοποιήθηκαν μετά από έγγραφη συναίνεση των ασθενών.
O συντελεστής οφθαλμικής ακαμψίας υπολογίστηκε από τη σχέση ΕΟΠ-όγκου
του συγκεκριμένου οφθαλμού. Ο συντελεστής ευχέρειας εκροής υπολογίστηκε με τη
βοήθεια μαθηματικού μοντέλου που δημιουργήθηκε. Με τη χρήση αλγορίθμων
επεξεργασίας το ΟΕΠ υπολογίστηκε ως η μέγιστη διακύμανση της ΕΟΠ κατά τη
διάρκεια του καρδιακού κύκολου και η ΣΑΡ ως η ελάχιστη τιμή της τιμής της
παραγώγου του όγκου με το χρόνο σε συμφωνία με θεωρητικό μοντέλο που έχει
προταθεί στη βιβλιογραφία.
Η μετρηθείσα σχέση πίεσης όγκου είναι μη γραμμική και η φαινόμενη
ελαστικότητα μειώνεται με την αύξηση της ΕΟΠ. Ο συντελεστής οφθαλμικής ακαμψίας
υπολογίστηκε ίσος με 0.0217μl-1(εύρος 0.0122/0.0343). Ο συντελεστής του outflow
facility υπολογίστηκε ίσος με 0.332μl/mmHg (95%ΔΕ 0.164-0.605). Ο συντελεστής
οφθαλμικής ελαστικότητας συσχετίζεται αρνητικά με το αξονικό μήκος.
Το μέσο ΟΕΠ ήταν 1,84mmHg (τ.α. 0.60) στο επίπεδο των 15mmHg ΕΟΠ
αυξανόμενο κατά 86% σε 3.43mmHg (1.32) στα 40mmHg. Η αντίστοιχη ΣΟΡ
υπολογίστηκε ίση με 854μl/min (163) στα 15mmHg μειούμενη στα 594μl/min (144) στα
40mHg. Η ΣΟΡ σχετίζεται αρνητικά με το αξονικό μήκος.
Στη μελέτη αυτή επιβεβαιώθηκε η δυνατότητα ποσοτικοποίησης των παραμέτρων
της οφθαλμικής ακαμψίας, του συντελεστή ευχέρειας εκροής, του οφθαλμικού εύρους
παλμού και της σφύζουσας αιματικής ροής σε ένα εύρος κλινικά σημαντικών επιπέδων
ΕΟΠ in vivo και υπό τοπική αναισθησία με σταγόνες, ενώ τα αποτελέσματα είναι δυνατό
να αποτελέσουν βάση δεδομένων για τις παραμέτρους αυτές στον ανθρώπινο οφθαλμό.
Δεν παρατηρήθηκαν επιπλοκές που να σχετίζονται με τη διαδικασία της μέτρησης.
Επιπλέον, η σχέση πίεσης όγκου χαρακτηρίστηκε σε ένα μεγάλο αριθμό
οφθαλμών, ποσοτικοποιήθηκε η μεταβολή του εύρους παλμού και της αιματικής ροής,
σε σχέση με την ενδοφθάλμια πίεση, ενώ παράλληλα διαπιστώθηκε αρνητική συσχέτιση
του αξονικού μήκους με το συντελεστή οφθαλμικής ελαστικότητας και τη σφύζουσα
αιματική ροή.
Η μεταβολή της σφύζουσας αιματικής ροής με την αύξηση της ΕΟΠ είναι
δυνατόν να αποτελέσει σημαντική παράμετρο όσον αφορά την αιμοδυναμική εφεδρεία
του οφθαλμού, και σε συνδυασμό με τη μορφή της σχέσης πίεσης-όγκου μπορεί να
συνεισφέρει στην κατανόηση τόσο των μηχανικής, όσο και της αιμοδυναμικής επίδρασης
της ΕΟΠ στον οφθαλμό. Επιπρόσθετα η μειωμένη σφύζουσα αιματική ροή σε
οφθαλμούς με μεγάλο αξονικό μήκος συμβαδίζει με τα κλινικά ευρήματα της
εκφυλιστικής μυωπίας.
|