Περίληψη |
Οι κρότωνες είναι αυστηρά αιματοφάγα εκτοπαράσιτα των σπονδυλωτών και ευθύνονται για την μετάδοση ενός μεγάλου αριθμού δυνητικά απειλητικών για τη ζωή νοσημάτων σε ανθρώπους και ζώα. Ένας μεγάλος αριθμός βακτηριακών, ιικών και παρασιτικών ζωονόσων έχουν αναδυθεί στην Ευρώπη κατά την τελευταία 30ετία δημιουργώντας νέες προκλήσεις για τη δημόσια υγεία. Η παρούσα ανασκόπηση έχει ως σκοπό (α) να αναδείξει μέσα από ένα συλλογικό πρίσμα την επιδημιολογία των κροτωνομεταδιδόμενων νοσημάτων στον ελλαδικό χώρο όπως καταγράφεται εν έτει 2017 και (β) να παρουσιάσει επιγραμματικά τις κύριες μεθόδους πρόληψης της εμφάνισης των νοσημάτων αυτών μέσω της διαχείρισης σε επίπεδο ατόμου, σε επίπεδο περιβάλλοντος, σε επίπεδο υπόδοχων - ξενιστών και σε επίπεδο κροτώνων. Στην Ελλάδα, οι ρικετσιώσεις αποτελούν τα συχνότερα κροτωνο-μεταδιδόμενα νοσήματα, με συχνότερη όλων τον Μεσογειακό Κηλιδώδη Πυρετό. Ακόμα, έχουν αναφερθεί σποραδικά κρούσματα άλλων κροτωνο-μεταδιδόμενων ρικετσιώσεων της ομάδας του κηλιδώδους πυρετού (LAR, TIBOLA/DEBONEL και ρικετσιώσεις που οφείλονται στις Rickettsia massiliae και R. aeschlimannii). Πλήθος δεδομένων υποδεικνύουν την ύπαρξη ρικετσιών σε κρότωνες στον ελλαδικό χώρο. Αντίθετα, λίγα είναι γνωστά για την επιδημιολογία της αναπλάσμωσης στον ελλαδικό χώρο. Οροεπιδημιολογικές μελέτες καταδεικνύουν την κυκλοφορία του παθογόνου Anaplasma phagocytophilum στα βόρεια και νότια τμήματα της χώρας, ενώ δεδομένα από κρότωνες φανερώνουν την ύπαρξη του βακτηρίου σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές. Περιπτώσεις αναπλάσμωσης έχουν αναφερθεί κυρίως στην περιοχή των Χανίων Κρήτης. Ακόμα, παρά το γεγονός ότι η παρουσία του κρότωνα Ixodes ricinus είναι γνωστή σε περιοχές της Βορείου Ελλάδας (Μακεδονία – Θράκη), η νόσος Lyme φαίνεται να εμφανίζεται εξαιρετικά σπάνια. Ο αιμορραγικός πυρετός Κριμαίας – Κονγκό (CCHF) αποτελεί νόσημα άμεσης και υποχρεωτικής δήλωσης στο Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ). Τα υπάρχοντα δεδομένα υποδεικνύουν εξαιρετικά περιορισμένη κυκλοφορία του CCHF στην Ελλάδα με μόνο ένα καταγεγραμμένο περιστατικό κατά το 2008. Ωστόσο, ιδιαίτερη επαγρύπνηση απαιτείται για την πιθανή εισαγωγή του ιού από ενδημικές περιοχές μέσω του εμπορίου ζώων και των μεταναστευτικών πουλιών. Τέλος, ο ιός της κροτωνογενούς εγκεφαλίτιδας (tick-borne encephalitis virus, TBEV) δεν θεωρείται ενδημικός στην περιοχή της Ελλάδας. Ωστόσο, έχουν επιβεβαιωθεί εργαστηριακά δύο περιστατικά, ένα το 2014 και ένα το 2016, στους νομούς Καβάλας και Αργολίδας, αντίστοιχα. Η ύπαρξη στελεχών εγκεφαλίτιδας της ελληνικής αίγας (Greek goat encephalitis virus, GGEV) στον Ελλαδικό χώρο, ιών που ανήκουν στο σύμπλεγμα TBEV, αποτελεί σημαντικό πεδίο έρευνας για τον καθορισμό της πραγματικής παθογονικότητας (in vivo και in vitro) των στελεχών αυτών. Τα μέτρα ατομικής προφύλαξης αποτελούν την πιο αποτελεσματική μέθοδο πρόληψης για την αποφυγή λοιμώξεων από νοσήματα που μεταδίδονται μέσω νυγμού κρότωνα. Στην Ελλάδα, τα μέτρα ατομικής προφύλαξης προωθούνται μέσω εντύπων στο ευρύ κοινό διαθέσιμων μέσω του ΚΕΕΛΠΝΟ. Τα μόνα αποτελεσματικά εμβόλια που κυκλοφορούν ευρέως έναντι κροτωνογενών νοσημάτων στον άνθρωπο είναι αυτά της TBE, μετά και την απόσυρση του εμβολίου έναντι της νόσου Lyme. Στην Ελλάδα, εμβόλια έναντι της ΤΒΕ δεν χορηγούνται παρά μόνο σε άτομα που ενδέχεται να ταξιδέψουν σε περιοχές όπου η νόσος είναι ενδημική και πρόκειται να λάβουν μέρος σε δραστηριότητες σε δασικές περιοχές κατά την περίοδο της άνοιξης και του καλοκαιριού. Τα συστήματα ολοκληρωμένης διαχείρισης κροτώνων περιλαμβάνουν τη χρήση πρακτικών σε επίπεδο περιβάλλοντος για τη μείωση των κροτώνων και των ζώων-ξενιστών πέριξ κατοικημένων περιοχών, τη διαχείριση-θεραπεία των ζώων ξενιστών και στοχευμένες εφαρμογές ελάχιστα τοξικών ακαρεοκτόνων σε ενδιαιτήματα με υψηλό αριθμό κροτώνων. Ο απόλυτος στόχος αδιαμφισβήτητα είναι η μείωση των περιστατικών νόσου στον άνθρωπο. Καινοτόμες μέθοδοι βιολογικού ελέγχου των κροτώνων και εμβόλια έναντι των κροτώνων απαιτούν σημαντικά πεδία σύγχρονης έρευνας. H ικανότητα των λοιμωδών παραγόντων να διαπερνούν το φράγμα μεταξύ των ειδών εξηγεί γιατί πολυάριθμα νοσήματα που μεταδίδονται μέσω διαβιβαστών προσβάλλουν τον άνθρωπο. Καθώς η ανάδυση ενός λοιμώδους νοσήματος φαίνεται να είναι το τελικό αποτέλεσμα μιας σύνθετης, πολυπαραγοντικής διαδικασίας, είναι αναμενόμενο ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να προβλεφθεί και να υπάρξει η αντίστοιχη απόκριση από πλευράς δημόσιας υγείας για τον περιορισμό του.
|