Περίληψη |
Η οξεία νεφρική βλάβη από σκιαγραφικά μέσα (Contrast-induced nephropathy, CIN)
αποτελεί δυνητικά αναστρέψιμη μορφή οξείας νεφρικής ανεπάρκειας που
παρατηρείται μετά από χορήγηση ιωδιούχων σκιαγραφικών ουσιών κατά τη διάρκεια
απεικονιστικών ή επεμβατικών πράξεων. Η επίπτωση δεν υπερβαίνει το 1% αλλά σε
άτομα υψηλού κινδύνου ο επιπολασμός προσεγγίζει το 15% αυξάνοντας τη
νοσηρότητα, το χρόνο νοσηλείας και τη θνητότητα. Η ακριβής παθοφυσιολογία της
CIN δεν είναι πλήρως κατανοητή και τα διαθέσιμα μέτρα πρόληψης είναι
περιορισμένα. Τα ιωδιούχα σκιαγραφικά μέσα φαίνεται να ασκούν τις νεφροτοξικές
τους δράσεις με διάφορους μηχανισμούς, όπως η νεφρική ισχαιμία, η απελευθέρωση
ελεύθερων ριζών οξυγόνου, ο τραυματισμός των επιθηλιακών κυττάρων των
νεφρικών σωληναρίων και η μείωση παραγωγής μονοξειδίου του αζώτου (Nitric
oxide, ΝΟ). Επίσης, οι αιμοδυναμικές μεταβολές που δημιουργούνται οδηγούν σε
υποξία του νεφρικού μυελού μέσω μείωσης της αιματικής ροής. Σε όλους τους
ασθενείς που πρόκειται να χορηγηθεί ιωδιούχο σκιαγραφικό μέσο πρέπει να
εκτιμάται ο κίνδυνος εμφάνισης CIN. Η διαχείριση των ασθενών αυξημένου
κινδύνου παραμένει υποστηρικτική βασιζόμενη κυρίως στην ενδοφλέβια ενυδάτωση,
είτε με φυσιολογικό ορό είτε με διττανθρακικά αφού και τα δύο εμφανίζουν
παρόμοια αποτελεσματικότητα. Επίσης, οι αναστολείς της φωσφωδιεστεράσης τύπου
5 (phosphodiesterase type 5 inhibitors, PDE5i), που χρησιμοποιούνται ως θεραπεία
πρώτης γραμμής της στυτικής δυσλειτουργίας, φαίνεται να έχουν ενθαρρυντικά
νεφροπροστατευτικά αποτελέσματα καθώς εμφανίζουν βελτίωση της νεφρικής
λειτουργικότητας/ιστοπαθολογικών αλλοιώσεων μέσω διάφορων μηχανισμών,
κυρίως επιδρώντας στις αιμοδυναμικές αλλαγές, τη κυτταρική έκφραση και τη
μιτοχονδριακή απάντηση στο οξειδωτικό στρες και τη φλεγμονή. Συγκεκριμένα, η
σιλδεναφίλη και η τανταλαφίλη έχουν δείξει ενθαρρυντικά αποτελέσματα
νεφροπροστευτικής δράσης σε ζωικά μοντέλα CIN. Οι δυνητικές
νεφροπροστατευτικές επιδράσεις της βαρδεναφίλης έχουν αξιολογηθεί σε πολύ
περιορισμένο αριθμό μελετών σε ζωικά μοντέλα οξείας νεφρικής βλάβης εκτός CIN
με υποσχόμενα αποτελέσματα, ενώ η αβαναφίλη δεν έχει μέχρι σήμερα αξιολογηθεί. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να αξιολογηθεί για πρώτη φορά η δυνητική
νεφροπροστατευτική δράση της βαρδεναφίλης και αβαναφίλης σε ζωικό μοντέλο
CIN. Είκοσι πέντε αρσενικοί αρουραίοι Wistar κατανεμήθηκαν εξίσου σε πέντε
ομάδες: ομάδα ελέγχου, ομάδα CIN, θετική ομάδα ελέγχου CIN+N-ακετυλοκυστεΐνη
(NAC) (100 mg/kg/ ημέρα), ομάδα CIN+VAR (10 mg/kg/ημέρα) και ομάδα
CIN+AVA (50 mg/ kg/ημέρα). Η CIN προκλήθηκε με αφυδάτωση, αναστολή
σύνθεσης προσταγλανδίνης/ΝΟ και έκθεση σε ιωδιούχο σκιαγραφικό μέσο. Τα
επίπεδα κρεατινίνης ορού (serum creatinine, sCr) μετρήθηκαν στις 24 και 48 ώρες
μετά την επαγωγή της CIN. Στις 48 ώρες έκθεσης στο ιωδιούχο σκιαγραφικό, τα ζώα
θανατώθηκαν. Οι μεταλλοπρωτεϊνάσες μήτρας (Matrix metalloproteinase, MMP) 2
(MMP-2) και MMP-9, το μόριο νεφρικής βλάβης 1 (kidney injury molecule 1
(KIM-1) και η κυστατίνη-C (cystatin-C, Cys-C) μετρήθηκαν σε νεφρικό ιστό. Τα
ιστοπαθολογικά ευρήματα αξιολογήθηκαν επίσης στο νεφρικό ιστό. Όλες οι ομάδες
θεραπείας είχαν σχεδόν φυσιολογική εμφάνιση νεφρών. Τα επίπεδα sCr υποχώρησαν
σε όλες τις ομάδες θεραπείας σε σύγκριση με την ομάδα CIN στις 48 ώρες.
Παρατηρήθηκε σημαντική πτώση στα επίπεδα των MMP-2, MMP-9, KIM-1 και Cys-
C σε σύγκριση με την ομάδα CIN. Τέλος, αξιολογώντας τα αποτελέσματα των
δεικτών οξειδωτικού στρες σε αίμα και νεφρικό ιστό, φάνηκε βελτίωση σε όλες τις
ομάδε ς θεραπε ίας . Τα παραπάνω αποτ ελέσματα υποστηρί ζουν τη
νεφροπροστατευτική δράση της βαρδεναφίλης και της αβαναφίλης σε ζωικό μοντέλο
CIN παρέχοντας αναδυόμενες αποδείξεις ότι οι συγκεκριμένοι PDE5Is μπορεί να
αποτρέπουν τη CIN.
|