Περίληψη |
Τα αντιβιοτικά χρησιμοποιούνται ευρέως για την καταπολέμηση ασθενειών που οφείλονται κυρίως σε βακτήρια. Στις περιπτώσεις που δεν χρησιμοποιούνται με ορθό τρόπο, στην κτηνοτροφία, τα υπολείμματα αυτών στους εδώδιμους ιστούς αποτελούν σοβαρό κίνδυνο για τους καταναλωτές. Στόχος της συγκεκριμένης έρευνας ήταν ο προσδιορισμός των επιπέδων, των αντιβιοτικών σουλφοναμίδες, τετρακυκλίνες, αμινογλυκοσίδες και φθοροκινολόνες σε δείγματα βοδινού, κοτόπουλου και χοιρινού κρέατος (μυς, ήπαρ, νεφρό). Τα 54 δείγματα συγκεντρώθηκαν από κρεοπωλεία του Ηρακλείου και του Ρεθύμνου Κρήτης.
Η ανάλυση των δειγμάτων έγινε με Δοκιµασία Ενζυµο-Συζευγµένης Ανοσοπροσρόφησης (Enzyme-linked Immunosorbent Assay, ELISA) και με Υγρή χρωματογραφία υποβοηθούμενη με Ιοντισμό από Ηλεκτροψεκασμό και Συζευγμένη από Φασματομετρία Μαζών (Liquid Chromatography-Electrospray Ionization-Mass Spectrometry, LC-ESI-MS). Με τη μέθοδο ELISA ανιχνεύθηκε η ύπαρξη σουλφοναμίδων σε όλα τα δείγματα βοδινού ήπατος (2,10-77,51 μg/kg), χοιρινού μυ (2,84-18,90 μg/kg) και ήπατος (8,41-86,03 μg/kg), ήπατος (2,54-7,18 μg/kg) και νεφρού κοτόπουλου (4,35-5,60 μg/kg), στο 90% βοδινών μυών (2,52-30,04 μg/kg), στο 83% χοιρινών νεφρών (2,51-31,89 μg/kg) και στο 89% μυών κοτόπουλου (1,78-157,32 μg/kg). Το μεγαλύτερο ποσοστό τετρακυκλινών (50%) ανιχνεύθηκε σε χοιρινούς νεφρούς (3,88-6,99 μg/kg) και ακολούθως σε μυ (11%) και ήπαρ κοτόπουλου (11%). Οι αμινογλυκοσίδες ανιχνεύθηκαν στο 50% νεφρού κοτόπουλου (53,44 μg/kg), στο 30% βοδινού μυ (135,62-239,47 μg/kg), στο 17% χοιρινού νεφρού (151,71 μg/kg) και στο 17% του βοδινού ήπατος (92,47 μg/kg). Οι φθοροκινολόνες ανιχνεύθηκαν σε όλα τα δείγματα νεφρού κοτόπουλου (11,96-14,92 μg/kg), στο 50% του χοιρινού νεφρού (91,74-255,35 μg/kg), στο 44% του μυ κοτόπουλου (12,76-327,60 μg/kg), στο 33% του ήπατος κοτόπουλου (10,42-31,20 μg/kg) και στο 20% του βοδινού μυ (22,36-79,20 μg/kg).
Με τη μέθοδο LC-ESI-MS, ανιχνεύθηκε σουλφαμεθοξαζόλη, μία ουσία που ανήκει στην οικογένεια των σουλφοναμίδων, σε ποσοστό 89% των δειγμάτων μυών κοτόπουλου και στο 40% των δειγμάτων μυών βοδινού με μέσο όρο συγκέντρωσης 8,23 μg/kg (4,51-22,60 μg/kg) και 22,42 μg/kg (4,40-66,95 μg/kg), αντίστοιχα. Όσον αφορά τις τετρακυκλίνες, θετικά σε οξυτετρακυκλίνη, βρέθηκαν όλα τα δείγματα χοιρινού ήπατος καθώς και νεφρού και ήπατος κοτόπουλου, αλλά και στο 83% των δειγμάτων βοδινού ήπατος. Αντιστοίχως, ο μέσος όρος συγκέντρωσης ήταν 34,80 μg/kg (24,10-45,50 μg/kg), 10,38 μg/kg (5,46-16,69 μg/kg), 59,21 μg/kg (18,59-149,69 μg/kg και 84,31 μg/kg (66,60-110,63 μg/kg). Επιπρόσθετα, η δοξυκυκλίνη βρέθηκε στο 50% των δειγμάτων χοιρινού ήπατος και νεφρού και στο 30% των δειγμάτων χοιρινού μυ, με μέσο όρο συγκέντρωσης 26,98 μg/kg, 169,57 μg/kg (12,39-314,60 μg/kg) και 28,47 μg/kg (12,84-44,10 μg/kg), αντίστοιχα. Από τις φθοροκινολόνες η ενροφλοξασίνη ανιχνεύθηκε σε όλα τα δείγματα νεφρού κοτόπουλου με μέσο όρο συγκέντρωσης 2,10 μg/kg (1,43-2,77 μg/kg) και η μαρβοφλοξασίνη σε όλα τα δείγματα χοιρινού νεφρού με μέσο όρο συγκέντρωσης 0,86 μg/kg (0,72-1,33 μg/kg).
Με την ELISA, διαπιστώθηκε ότι ένα δείγμα μυ κοτόπουλου (157,32 μg/kg) ξεπέρασε τα αποδεκτά ευρωπαϊκά όρια για τις σουλφοναμίδες [Maximum Residue Levels, MRLs-Commission Regulation (EU) No 37/2010]. Σχετικά με τις φθοροκινολόνες, ανιχνεύθηκε ένα δείγμα χοιρινού νεφρού (255,35 μg/kg) και ένα μυ κοτόπουλου (327,60 μg/kg), των οποίων οι συγκεντρώσεις ήταν πάνω από τα MRL’s.
Με το LC-ESI-MS παρατηρήθηκαν υψηλά ποσοστά θετικών δειγμάτων σε οξυτετρακυκλίνη. Ωστόσο, υψηλότερες ήταν οι συγκεντρώσεις της δοξυκυκλίνης. Η παρούσα έρευνα είναι η πρώτη που ασχολείται με τον προσδιορισμό των σουλφοναμίδων, τετρακυκλινών, αμινογλυκοσίδων και φθοροκινολόνων στα συγκεκριμένα είδη κρέατος με συνδυασμό μίας ανοσοχημικής και μίας χρωματογραφικής μεθόδου.
|